παγανιά

παγανιά
η
βλ. παγάνα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • παγανιά — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ.), στην πρώην επαρχία Γυθείου, του νομού Λακωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καλυβίων. * * * η βλ. παγάνα …   Dictionary of Greek

  • παγάνα — και παγανιά, η (Μ παγάνα) ομαδικό κυνήγι άγριων ζώων που ανιχνεύονται από διάφορα σημεία και διώχνονται προς το μέρος τών κυνηγών με φωνές και θορύβους νεοελλ. 1. η ομάδα τών ατόμων που μετέχουν σε αυτήν την ανίχνευση και καταδίωξη τών θηραμάτων… …   Dictionary of Greek

  • παγάνα — η και παγανιά, η ομαδικό κυνήγι άγριων ζώων ή το σύνολο των ατόμων που παίρνουν μέρος σ αυτήν: Μόλις έπεσε χιόνι βγήκαν οι πέντε για παγάνα στό βουνό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”